τεός

τεός
(I)
Α
(σπάν. ιων. και δωρ. τ. ονομ. και αιτ. τής αόρ. αντων.) βλ. τις.
————————
(II)
-ή, -όν και επικ. και δωρ. τ. τεός, -ά, -όν και αιολ. τ. τέος, -α, -ον, και βοιωτ. τ. αρσ. τιός, Α
(κτητ. αντων.) βλ. σός.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • τεός — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • -τέος — α, ο / τέος, α, ον, ΝΜΑ καταλήξεις ρηματικών επιθέτων με τις οποίες δηλώνεται ότι πρέπει ή οφείλει να γίνει το σημαινόμενο τού ρήματος. Το επίθημα σε τέος, αβέβαιης ετυμολ., φαίνεται ότι αρχικά δεν είχε καμία σχέση με την κατάληξη τός. Μια… …   Dictionary of Greek

  • τέος — σύ thou gen 2nd sg (doric) τέος masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τέος — (I) Α (δωρ. τ. γεν. τής προσ. αντων. β προσ. συ) βλ. εσύ. (II) Α (σπάν. ιων. και δωρ. τ. ονομ. και αιτ. τής ερωτ. αντων.) βλ. τίς …   Dictionary of Greek

  • τεά — τεός neut nom/voc/acc pl τεά̱ , τεός fem nom/voc/acc dual τεά̱ , τεός fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τεῶν — τέος fem gen pl τεός fem gen pl τεός masc/neut gen pl τις any one gen pl (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τέα — τέος neut nom/voc/acc pl τέᾱ , τέος fem nom/voc/acc dual τέᾱ , τέος fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τεᾶν — τέος fem gen pl (doric aeolic) τεός masc/fem gen pl (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τεόν — τεός masc acc sg τεός neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τέον — τέος masc acc sg τέος neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”